- σεπτάριο
- το, Ν(πετρογρ.) μεγάλο σφαιροειδές σύγκριμμα με διάμετρο 80-90 εκατοστόμετρα, το οποίο αποτελείται, συνήθως, από αργιλούχα ανθρακικά ορυκτά και χαρακτηρίζεται από ένα σύστημα εσωτερικών ρωγμών που τό αποκόπτουν ακανόνιστα σε πολυγωνικά τεμάχη συγκολλημένα μεταξύ τους με κρυσταλλικά υλικά.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. septarium < sept- (< λατ. septem «επτά») + -arium (< λατ. κατάλ. -arium)].
Dictionary of Greek. 2013.